Συνέντευξη στο Κουτί της Πανδώρας - Το Σπίτι της Γιαγιάς στο Βοτανικό
Η Έμυ Ντούρου από το Κουτί της Πανδώρας, μας επισκέφθηκε στο Σπίτι της Γιαγιάς στο Βοτανικό για μία μοναδική συνέντευξη! Αντιγράφουμε από την ξενάγηση που μπορείτε να βρείτε και εδώ.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ - URBAN LIFE
Ξενάγηση στο «Σπίτι της γιαγιάς» στο Βοτανικό
Κρεβάτια, καναπέδες, αμπαζούρ και πλυντήρια άλλων δεκαετιών περιμένουν να ξαναγαπηθούν.
Περιδιαβαίνοντας τις γειτονιές του Βοτανικού με τα μηχανουργεία και τις χαμηλές πολυκατοικίες δεν φαντάζεται κανείς ότι ένα από τα στενά που καταλήγει στην άχαρη Λ. Αθηνών κρύβει θησαυρούς. Δυο ξύλινα τραπεζάκια, ένα κόκκινο αμπαζούρ να το βλέπεις και να δακρύζεις, ένας σκαλιστός καναπές που δεν καταλαβαίνεις πώς μπορεί να βρέθηκε από τις Βερσαλλίες στο πεζοδρόμιο σε προδιαθέτουν γι’ αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει.
Τα τελευταία τρία χρόνια στο στενό της οδού Σερβίων έχουν ξαποστάσει εκατοντάδες έπιπλα και αντικείμενα άλλων εποχών, τα οποία πλέον συνεχίζουν το ταξίδι της ζωής τους σε νέους προορισμούς. Η Κατερίνα Δημητροπούλου γεννήθηκε σε σπίτι με παλιά έπιπλα. Εκεί μεγάλωσε και έπαιξε. Μέχρι τα τριάντα της όμως δεν ήξερε ότι τα αγαπούσε τόσο πολύ ώστε να γίνουν τρόπος ζωής για εκείνη. «Ενα μπαούλο που βρήκα στην πλατεία Εξαρχείων» λέει «έγινε η αφορμή να ασχοληθώ επαγγελματικά με τα παλιά έπιπλα. Ξεκίνησα λοιπόν να διαθέτω προς πώληση αντικείμενα δικά μου αλλά και φίλων και το ένα έφερε το άλλο. Το σκεπτικό με το οποίο κινήθηκα από την αρχή είναι ότι πουλάω έπιπλα σε τιμή μεταχειρισμένου και όχι ως αντίκας, ακόμη κι αν είναι».
Τα έπιπλα που είναι φτιαγμένα έως τη δεκαετία του 1970 προέρχονται είτε από χονδρέμπορους είτε από ιδιώτες και καταλήγουν σε σπίτια ή σε μπαράκια, καφετέριες, θέατρα, τηλεοπτικά στούντιο. Από το σάιτ αγοράζει πιο πολύ το κοινό της επαρχίας. Το μαγαζί δουλεύει πλέον με μόνιμους πελάτες, οι οποίοι νιώθουν σαν στο σπίτι τους. «Ερχονται εδώ, παίρνουν το καφεδάκι τους και εξερευνούν τον χώρο –συνολικά πέντε όροφοι. Το 99% των πελατών είναι χαλαροί, ήρεμοι άνθρωποι, ίσως επειδή κι εμείς είμαστε χαλαροί. Μας παίρνουν τηλέφωνο από την επαρχία και μας καλούν στα σπίτια τους, στα ξενοδοχεία τους. Αυτό είναι και το ουσιαστικό κέρδος. Αυτό θέλαμε να πετύχουμε. Να χτίσουμε ουσιαστικές σχέσεις και να είμαστε μια δεμένη ομάδα που περνάει καλά».
Ραπτομηχανές του '20 που δουλεύουν ακόμη.
Η Κατερίνα πλέον έχει κλείσει δέκα χρόνια στον χώρο. Ωστόσο το πρώτο διάστημα δεν ήταν πολύ εύκολο « Ο χώρος είναι ανδροκρατούμενος κι έπρεπε να αποδείξω ότι γνώριζα το αντικείμενο και ότι δεν το έβλεπα σαν αρπαχτή. Τώρα πια γνωρίζομαι με τους περισσότερους, αλλά μου πήρε καιρό για να καταλάβουν ότι δεν έχει σημασία αν είσαι γυναίκα ή άντρας, το θέμα είναι να σε ενδιαφέρει σοβαρά αυτή η δουλειά». Το πιο ωραίο πράγμα είναι το ψάξιμο, η ανακάλυψη, όπως λέει. «Κάποιες φορές έρχονται πράγματα που λες “είναι δυνατόν να υπάρχει ακόμα;” Μου έχει τύχει να πάω σε παζάρι και να βρω κάτι τόσο απίστευτα λερωμένο στο πουθενά και αφού το καθαρίζω να ανακαλύψω τελικά ένα αριστούργημα. Το πιο ιδιαίτερο έπιπλο που μου έχει έρθει ήταν μια ξύλινη παιδική κούνια του 1915. Εντυπωσιάστηκα. Δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο. Ολα αυτά τα αντικείμενα κουβαλάνε μια ομορφιά και μια μαγεία, όπως οι ραπτομηχανές του 1920 που ακόμη δουλεύουν κανονικότατα».
Υπάρχουν πράγματα που της αρέσουν τόσο πολύ ώστε αντί να τα φέρει στο μαγαζί τα κρατάει στο σπίτι της. «Ακόμη και τώρα μου τυχαίνει. Ευτυχώς έχω εδώ τα παιδιά να μου λένε να μην πάρω στο σπίτι μου άλλα πράγματα, γιατί πλέον δεν χωράνε». Στο μαγαζί της Κατερίνας βρίσκουν απάγκιο μεταξύ άλλων και παλιά περιοδικά και βιβλία, ακόμη και εκδόσεις του 1936. «Βλέπεις ακόμη και τη διαφορά στην ποιότητα του χαρτιού. Τόσα χρόνια έχουν περάσει και το χαρτί παραμένει μεταξένιο».
Υπάρχουν περιπτώσεις που έχει αποθαρρύνει την πώληση. «Είχα κάποια στιγμή μια κονσόλα του 1940-45. Ηρθε λοιπόν ένας πελάτης, ένα νέο παιδί και μου λέει “θα την κάνω μπλε”. Εκείνη την ώρα πόνεσα. Τον αποθάρρυνα, το θεώρησα ιεροσυλία να φέρει κανείς στο σήμερα με τέτοιο τρόπο ένα τέτοιο έπιπλο. Δεν το πήρε τελικά. Νομίζω ότι συμφώνησε. Δεν είναι όλα τα έπιπλα για τα πάντα. Μερικά έπιπλα μπορείς να τα πάρεις να τα βάψεις κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλί, να τους δώσεις έναν ποπ χαρακτήρα. Κάποια άλλα όμως κουβαλάνε μια ιστορία και οφείλουμε να τη σεβόμαστε».
Η κρίση ευνόησε την πώληση μεταχειρισμένων επίπλων. «Παλιότερα θα πήγαινε κάποιος να πληρώσει για μια τραπεζαρία 500-600 ευρώ, ενώ τώρα μπορεί να τη βρει πολύ φθηνότερα. Ναι, θα έχει και μια γρατσουνιά, εννοείται. Πολύς κόσμος όμως πλέον έχει τη χαρά να επισκευάζει τα έπιπλα μόνος του. Κι αυτό είναι επίσης ένα πολύ ωραίο κομμάτι». Οσο μιλάμε με την Κατερίνα παρατηρώ τον κόσμο να μπαινοβγαίνει και να χάνεται μέσα στον λαβύρινθο από ντουλάπες, κομότες, πλυντήρια, πολυθρόνες, παλιές κούκλες. Βλέπω το κόκκινο αμπαζούρ που είχα σταμπάρει στην αρχή να αποσυναρμολογείται γιατί μόλις αγοράστηκε και αναρωτιέμαι γιατί δεν το πήρα αγκαλιά με το που το είδα. «Υπάρχει περίπτωση να ξαναφέρεις κάτι αντίστοιχο;» τη ρωτάω. «Δεν ξέρω» απαντά «παραλαμβάνουμε κάθε μέρα. Ποτέ όμως δεν ξέρουμε εξαρχής τι θα μας έρθει». Και τι ώρα είπαμε ότι φτάνει το επόμενο φορτηγό;
INFO
Το σπίτι της γιαγιάς (Σερβίων 5-7, Αθήνα)
Leave a Comment